γυμνοθεραπεία

γυμνοθεραπεία
η
φυσιοθεραπευτική μέθοδος κατά την οποία το σώμα εκτίθεται γυμνό στην επίδραση τού αέρα, τού ήλιου ή τού νερού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • γυμνοθεραπεία — η η έκθεση του σώματος γυμνού στον ήλιο ή τον αέρα για θεραπευτικούς σκοπούς …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γυμνός — ή, ό (AM γυμνός, ή, όν) 1. αυτός που δεν φοράει τίποτε 2. εκείνος που δεν φοράει όλα τα απαραίτητα ενδύματα, μισοντυμένος 3. εκείνος που φοράει κουρέλια, ο ρακένδυτος 4. στερημένος από κάτι 5. αβοήθητος 6. απαλλαγμένος από κάτι 7. (για τόπους)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”